Του ΓΚΑΖΜΕΝΤ ΚΑΠΛΑΝΙ
Το Ταξίδι είναι σαν το ναρκωτικό: ξεχνιέσαι και θέλεις όλο και μεγαλύτερες δόσεις. Εχω δει πολλές χώρες· δεν ξέρω καν πόσες. Έχω ζήσει σε δεκαπέντε πόλεις· τουλάχιστον. Το ταξίδι, ίσως, σε καλυτερεύει ως άνθρωπο. Και ίσως να καλυτερεύει και τον κόσµο. δεν ταξιδεύω ως τουρίστας. Θεωρώ τον εαυτό µου ταξιδευτή. ο τελευταίος έχει μέσα του την περιέργεια. από μικρός είχα μέσα µου την περιέργεια να ζήσω το «αλλού». Για µένα, τότε, το «αλλού» λεγόταν Αθήνα, Πάτρα, Θεσσαλονίκη.
Το όνοµά µου είναι Θωµάς Κοντογεώργος. Γεννήθηκα στο Μεσολόγγι, τον Οκτώβριο του 1970, επί χούντας. Θυμάμαι έναν δρόµο µη ασφαλτοστρωμένο έξω από το σπίτι µας, την ασπρόμαυρη τηλεόραση, τις αλάνες. Στο σχολείο οι δάσκαλοι χτυπούσαν µε βέργα και επικρατούσε το «Πατρίς - Θρησκεία - Οικογένεια». Κάναµε την προσευχή κάθε πρωί. Σε φροντιστήριο γαλλικών που πήγαινα το απόγευµα λέγαµε την προσευχή και στα γαλλικά. Η καθηγήτρια των Γαλλικών ήταν θεούσα.
Έτσι τύχαινε να κάνω την προσευχή µου δύο φορές την ηµέρα…
Τα ταξίδια για µένα ξεκίνησαν µετά τις Πανελλήνιες. Έγραψα καλά και πέρασα στο Πολυτεχνείο της Αθήνας, το 1988… Στην Αθήνα αισθάνθηκα σαν την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων». Μια πόλη ζωντανή, σπίτι µόνος σου, παρέες, ανωνυμία της µμεγαλούπολης… Στη σχολή η πολιτικοποίηση ήταν έντονη. Εγώ εντάχθηκα στους Οικολόγους Εναλλακτικούς. Με ενδιέφεραν προπαντός οι πρακτικές λύσεις. Αποστρέφομαι τις ατέλειωτες ιδεολογικές αναλύσεις. ∆υστυχώς το κίνηµα δεν αναπτύχθηκε, όπως έγινε σε άλλες χώρες της Ευρώπης, και κάποια στιγµή χάθηκε… Κατά τα άλλα απορροφήθηκα από τη ζωή της Αθήνας, τις παρέες, τις ερωτικές σχέσεις. ∆ούλευα· από το να µοιράζω φυλλάδια µέχρι σερβιτόρος και πορτιέρης.
Η Αθήνα, τότε, έδινε ευκαιρίες και καλά λεφτά… Το 1990 έκανα το πρώτο µου ταξίδι εκτός Ελλάδας. Στο Μπορντό της Γαλλίας. Με φιλοξένησε µια οικογένεια Γάλλων που είχαν γνωρίσει οι γονείς µου στο Μεσολόγγι, όταν είχαν έρθει για διακοπές. Στο Μπορντό µε σηµάδεψε η οµορφιά της πόλης και ένα «επεισόδιο». Μια µέρα, σε ένα µουσείο κρασιού έξω από την πόλη, µια νεαρή Γαλλίδα όταν έµαθε ότι είµαι από την Ελλάδα µου έκανε την εξής απίστευτη ερώτηση: «Εχετε ψυγεία στην Ελλάδα;». «∆εν είµαστε βάρβαροι, δεσποινίς» της είπα…
Το ταξίδι στο Μπορντό µού άνοιξε την όρεξη. Από τότε έφευγα στην Ευρώπη όποτε έβρισκα την ευκαιρία. ∆ούλευα τα καλοκαίρια στη Σαντορίνη, σε νυχτερινό µπαρ, και µάζευα λεφτά για ταξίδια… Κάνοντας συγκρίσεις µε τους άλλους Ευρωπαίους καταλάβαινα ότι εκείνοι ήταν πολύ πιο ταξιδεµένοι από µας και πιο ανοιχτοί στους ξένους. Ισως γιατί οι γονείς τους τους είχαν δώσει τη δυνατότητα να ταξιδεύουν πιο πολύ. Οι γονείς µας και όταν είχαν τη δυνατότητα δεν ήξεραν. Η κουλτούρα του ταξιδιού δεν υπήρχε στην Ελλάδα… Ερωτεύτηκα τότε µια κοπέλα από τη Νορβηγία, τη Χέ γκε. Μια ωραία ιστορία που διήρκεσε δύο χρόνια. Αρχισα να πηγαίνω συχνά στη Νορβηγία όπου µε εντυπωσίασε το σύστηµα της κοινωνικής πρόνοιας και η ελευθερία στις σχέσεις ανδρών και γυναικών. Η φύση της Νορβηγίας µε συνεπήρε. Βρήκα στους Νορβηγούς το ακριβώς αντίθετο του αρνητικού στερεοτύπου που είχα για τους βόρειους Ευρωπαίους… Τα ταξίδια ήταν ένας από τους κύριους λόγους που άργησα να τελειώσω τη σχολή. Αντί για πέντε την τελείωσα σε εννέα χρόνια…
Μόλις πήρα το πτυχίο ξεκίνησα για τη Λατινική Αµερική. Είχα σχεδιάσει να µείνω ενάµιση µήνα στην περιοχή των Τσιάπας, στους Ζαπατίστας. Τελικά έκατσα έξι, διασχίζοντας όλη τη Λατινική Αµερική. Ηταν ένα εξαντλητικό και ριψοκίνδυνο οδοιπορικό. Πήγαµε Γουατεµάλα, Ονδούρα, Νικαράγουα, Κόστα Ρίκα, Παναµά, Κολοµβία, Βολιβία, Εκουαδόρ, Περού. Αυτό το ταξίδι άλλαξε τη ζωή µου. Είδα οµορφιές και καταστροφές, εξαθλίωση και πολιτισµό. Θυµάµαι έναν Αµερικανό που γνώρισα στις κοινότητες των Ζαπατίστας, ένας συγκλονιστικός άνθρωπος. Μου είπε: «Θα σε µάθω να παίζεις µε τις µπάλες, αλλά ορκίσου ότι δεν θα κρατήσεις ποτέ όπλο στα χέρια σου». Ορκίστηκα και έτσι έγινε… Σε αυτό το ταξίδι έµαθα να εκτιµώ το φαγητό. Από τότε δεν αφήνω ποτέ φαγητό στο πιάτο µου...
Όταν γύρισα στην Ελλάδα, για ολόκληρες εβδοµάδες, ήµουν αλλού. Το ταξίδι έγινε ο προορισµός µου. ∆εν πέρασαν έξι µήνες και ξεκίνησα µε άλλον συνοδοιπόρο για την Ασία: Ινδία, Μπανγκλαντές, Ταϊλάνδη, Καµπότζη, Βιετνάµ, Λάος, Μπούρµα. Τα ταξίδια χρειάζονται χρήµατα ή χρόνο. ∆εν είχα χρήµατα· είχα όµως χρόνο. ∆εν είχα συγκεκριµένο σχέδιο και αφηνόµουν στις συµπτώσεις του ταξιδιού… Μετά το ταξίδι στην Ασία, γύρισα στην Αθήνα και έψαξα για δουλειά. ∆εν περπάτησε όµως. Ηταν τότε που άρχισαν οι βοµβαρδισµοί του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο. Τυχαία είδα µια διαφήµιση των «Γιατρών του Κόσµου» για εθελοντές στους προσφυγικούς καταυλισµούς. Πήρα τηλέφωνο και έπειτα από µία εβδοµάδα βρισκόµουν στα Σκόπια. Πολύ σκληρή δουλειά, από τις οκτώ το πρωί µέχρι τα µεσάνυχτα. Ακουσα και είδα τροµερές ιστορίες από τους κοσοβάρους πρόσφυγες. Στο σπίτι µου κρατάω ακόµα ένα παιδικό παπούτσι που το βρήκα στο «No man’s land», στα σύνορα των Σκοπίων. Ηταν αφηµένο εκεί, στην άκρη του δρόµου· το παπούτσι ενός παιδιού πρόσφυγα που ποιος ξέρει τι απέγινε...
Έτσι ήρθα σε επαφή µε αυτό που λέµε «προσφυγιά» και τις ανθρωπιστικές οργανώσεις. Από το Κοσσυφοπέδιο πήγα Μπιλµπάο (Ισπανία) και ∆ουβλίνο (Ιρλανδία) για ένα µεταπτυχιακό χρηµατοδοτούµενο από την Ευρωπαϊκή Ενωση, για τα «∆ίκτυα Ανθρωπιστικών Οργανώσεων». Από τότε ζω στο εξωτερικό. Γυρνάω µε ανθρωπιστικές αποστολές σε διάφορες χώρες του κόσµου. Σήµερα δουλεύω για τα Ηνωµένα Εθνη στο τµήµα Ειρηνευτικών Αποστολών στα σύνορα Συρίας - Ισραήλ - Λιβάνου. ∆ουλεύω µε τα Ηνωµένα Εθνη και ανθρωπιστικές οργανώσεις, αλλά δεν θεωρώ τον εαυτό µου ανθρωπιστή. Θεωρώ ότι έχω πάρει περισσότερα απ’ όσα έχω δώσει. Η εµπειρία που σου δίνει ο Άλλος είναι πραγµατικά µοναδική.
Ύστερα από τόσα χρόνια µπορώ να πω ότι οι ανθρωπιστικές οργανώσεις είναι για αυτόν τον κόσµο ό,τι είναι τα τσιρότα για αυτόν που έχει καρκίνο.
Αν δεν το δοκιµάζεις στο πετσί σου είναι δύσκολο να καταλάβεις τον πεινασµένο, τον βιασµένο, τον πρόσφυγα. Από την άλλη, οι ανθρωπιστικές οργανώσεις παίζουν σηµαντικό ρόλο στην ευαισθητοποίηση του κόσµου...
«Δεν θέλω να νιώθω ότι δεν ανήκω πουθενά»
Αυτό δεν είναι πια ταξίδι, είναι η ίδια μου η ζωή. Αρκετά περίπλοκη εάν έχεις μια σταθερή σχέση. Λόγω της σχέσης μου έρχομαι συχνά στην Ελλάδα...
Αυτή τη φορά απογοητεύτηκα πολύ. Συνάντησα ανθρώπους με οικογένεια και παιδιά που σκέφτονται να μεταναστεύσουν. Ο Λίβανος μου θυμίζει συχνά την Ελλάδα. Για να κάνεις μια δουλειά εκεί πρέπει να λαδώσεις. Ισως ζούμε τα κατάλοιπα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας… Σκέφτομαι την επιστροφή και τη φοβάμαι ταυτόχρονα.
Φοβάμαι την επικρατούσα νοοτροπία. Πριν από λίγο καιρό έκανα αίτηση για μια δουλειά στην Ελλάδα. Τις προάλλες ένας γνωστός μου είπε ότι η δουλειά είναι ήδη «δοσμένη». Δεν θα με καλέσουν καν για συνέντευξη!
Από την άλλη, αν δεν επιστρέψω, φοβάμαι την αποξένωση. uni0394εν θέλω στο τέλος του ταξιδιού να νιώθω ότι δεν ανήκω πουθενά, όπως συμβαίνει με πολλούς συναδέλφους μου. Θέλω να αποφύγω αυτό το κενό…