Σελίδες

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2011

Τραγική η κατάσταση στην πορεία των δημοσίων έργων σε όλη τη χώρα


Ολοκληρώνοντας έναν κύκλο συναντήσεων με Φορείς του τεχνικού κόσμου και ειδικότερα με τον Σύνδεσμο Ελληνικών Γραφείων Μελετών (ΣΕΓΜ), την Πανελλήνια Ένωση Συνδέσμων Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΠΕΣΕΔΕ), την Πανελλήνια Ένωση Διπλωματούχων Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΠΕΔΜΕΔΕ), το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας και με το Προεδρείο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων Εργαζομένων ΥΠΕΧΩΔΕ (ΠΟΣΕ ΥΠΕΧΩΔΕ), σχετικά με θέματα δημοσίων έργων και για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου ΠΟΜΕΔΙ περί τροποποιήσεως του συστήματος εκπόνησης μελετών, εκτέλεσης δημοσίων έργων και σύστασης Αρχής Ελέγχου Μελετών και Έργων, ο Τομεάρχης Δημοσίων Έργων της Νέας Δημοκρατίας βουλευτής Ν. Ιωαννίνων Σταύρος Καλογιάννης και οι αναπληρωτές Τομεάρχες Δημήτρης Τσουμάνης, βουλευτής Ν. Πρέβεζας και Διονύσης Σταμενίτης, πολιτικός μηχανικός έκαναν την παρακάτω δήλωση:
«Η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στα δημόσια έργα της χώρας μας είναι, χωρίς υπερβολή, τραγική: Οι δημόσιες επενδύσεις είναι ανύπαρκτες, υπάρχει τεράστια καθυστέρηση από πλευράς Δημοσίου στην εξόφληση των κατασκευαζόμενων έργων με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ, τον ΘΗΣΕΑ, το ΕΤΕΡΠΣ, πολύ μεγάλο μέρος των ΟΤΑ έχει κηρύξει στάση πληρωμών, η οικοδομική δραστηριότητα είναι ανύπαρκτη όπως και η ρευστότητα στις εργοληπτικές και οικοδομικές επιχειρήσεις, η χρηματοδότηση από τις Τράπεζες είναι μηδενική, τα χρέη είναι δυσβάσταχτα, όπως και τα φορολογικά βάρη. Ίδια κατάσταση επικρατεί και στις μελέτες του Δημοσίου. Είναι ενδεικτικό ότι εκκρεμεί η ανάθεση μελετών του Κτηματολογίου από το καλοκαίρι του 2009!


Ένας κλάδος που είναι συνδεμένος διαχρονικά με την ανάπτυξη της χώρας, έχει αφεθεί στην τύχη του και οδηγείται στην πλήρη απαξίωση και εξαθλίωση, με ανυπολόγιστες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.
Οφείλει το Υπουργείο Υποδομών να μεριμνήσει αμέσως για την εξόφληση των μελετών που έχουν εκπονηθεί και των έργων που έχουν υλοποιηθεί και να προωθήσει το συντομότερο δυνατό τη δημοπράτηση νέων έργων.
Σε ό,τι αφορά το σχέδιο νόμου περί μελετών και δημοσίων έργων, που υποτίθεται ότι προωθεί το Υπουργείο ΠΟΜΕΔΙ επί ένα και πλέον έτος (!), επισημαίνουμε ότι:
Το σ/ν δεν απλοποιεί τις διαδικασίες αλλά αντιθέτως προσθέτει νέα γραφειοκρατία. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, για τις μελέτες: το σ/ν δεν ενισχύει τον υγιή ανταγωνισμό, προχωράει σε μεγάλο κατακερματισμό των μελετητικών κατηγοριών, εισάγει σειρά «κανονιστικών» διατάξεων για τις εταιρείες μελετών.
Σε ό,τι αφορά τα έργα: Οι προβλεπόμενες ρυθμίσεις, εάν παραμείνουν ως έχουν, δεν διασφαλίζουν τη διαφάνεια στην ανάθεση των έργων. Οι πρόσθετες εγγυητικές επιστολές, σε περίοδο εντονότατης οικονομικής κρίσης του κλάδου, δεν κινούνται στην κατεύθυνση προώθησης και ορθολογικής κατασκευής των έργων, θα έχουν δε σοβαρότατες επιπτώσεις στις μικρές και μεσαίες εργοληπτικές επιχειρήσεις.
Σε ό,τι αφορά τη νέα προτεινόμενη Αρχή Ελέγχου Μελετών και Έργων: αντί της Ανεξάρτητης Αρχής που αρχικά σχεδίαζε το ΥΠΟΜΕΔΙ, καταλήγει τελικά σε ένα νέον Οργανισμό με ουσιαστική διάλυση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων. Ο Οργανισμός αυτός, όταν και εφ’ όσον στελεχωθεί, θα προσθέσει μία απίστευτη νέα γραφειοκρατία στην παραγωγή των έργων, χωρίς να προσφέρει το παραμικρό. Δεν υπάρχει συνεπώς λόγος δημιουργίας αυτής της Αρχής.
Επισημαίνουμε ότι οποιαδήποτε νέα παρέμβαση στο θεσμικό πλαίσιο περί μελετών και έργων πρέπει να στοχεύει κυρίως:
α) Για τις μελέτες:
·         Στην απόλυτη διαφάνεια και αξιοκρατία στις αναθέσεις μελετών,
·         Στη βελτίωση της ποιότητας των μελετών και των παρεχομένων υπηρεσιών,
·         Στη μείωση του χρόνου και του κόστους της διαδικασίας ανάθεσης και εκπόνησης των μελετών.
β) Για τα έργα:
             Στην απλοποίηση και συντόμευση των διαδικασιών ολοκλήρωσης των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων των έργων υποδομής,
             Στη διασφάλιση απόλυτης διαφάνειας στην ανάθεση των έργων,
             Στην εγγύηση της ποιοτικής εκτέλεσης κάθε έργου εντός του συμβατικού χρονοδιαγράμματός του και με το προϋπολογισθέν κόστος του.
Θα πρέπει, τέλος, να γίνει διάλογος ουσίας από πλευράς Υπουργείου με τους εμπλεκόμενους Φορείς και να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψη οι προτάσεις που έχουν καταθέσει.»