Γράφει η Ζέφη Δημαδάμα
Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αντιλαμβανόμαστε όλοι την ανάγκη επαναπροσδιορισμού σε ένα νέο πλαίσιο, του καθεστώτος των εργασιακών σχέσεων και των «προνομίων» που υπάρχουν για δεκαετίες στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Βασικός άξονας των κυβερνητικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες προχωρούν άμεσα, είναι η ριζική αναδιάρθρωση του δημοσίου τομέα.
Αναντίρρητα, οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν επωμιστεί ένα μεγάλο βάρος με τις περικοπές των επιδομάτων τους αλλά και μίας συλλήβδην, οριζόντιας περικοπής των αποδοχών τους, ενώ έπεται συνέχεια ακόμη και με απολύσεις υπαλλήλων. Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι ο δημόσιος τομέας διογκώθηκε και διαμορφώθηκε σε έναν «δυσκίνητο» φορέα τις τελευταίες δεκαετίες. Η βασική αιτία για τη διόγκωση και την αναποτελεσματικότητα του δημοσίου τομέα είναι η πελατειακή λογική των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας που αναπαρήγαγαν μία διαστρεβλωμένη λογική «ρουσφετιού» και «βολέματος» των ημετέρων.
Ίσως τώρα με τη δημοσιονομική κρίση είναι η κατάλληλη στιγμή να πραγματοποιηθεί μία αναδιάρθρωση του δημοσίου τομέα καθώς και των παραδοσιακών αντιλήψεων που τον συγκρότησαν χωρίς αξιοκρατία και αξιολόγηση.
Ήδη το Θεσμικό Πλαίσιο της Διοίκησης με Στόχους (2004) το οποίο ψηφίστηκε από το ΠΑΣΟΚ αλλά ποτέ δεν εφαρμόστηκε στην πράξη από την κυβέρνηση της ΝΔ, αποτελεί μία βάση για την εισαγωγή των αρχών της νέας δημόσιας διοίκησης (new public management). Ο δημόσιος τομέας πρέπει να αλλάξει και να αλλάξει ΤΩΡΑ!
Πιο συγκεκριμένα:
α) Ξεκινώντας από τη συστηματική και αντικειμενική αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων με συγκεκριμένα κριτήρια, χωρίς την παρέμβαση βουλευτών, υπουργών και γενικότερα ατόμων με εξουσία. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι πράγματι εργάζονται με συνείδηση – γιατί υπάρχουν και τέτοιοι παρόλο που δεν προβάλλονται από τη δημοσιότητα (η οποία απαξιώνει συλλήβδην το δημόσιο τομέα)- το ζητούν επανειλημμένως. Αυτό όμως θα πρέπει να γίνει με αντικειμενικό σύστημα αξιολόγησης, χωρίς «συνδικαλιστικές ή υπουργικές πλάτες» και «κομματικές επετηρίδες». Θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας την ύπαρξη μεγάλου ποσοστού ανθρωπίνου δυναμικού στο δημόσιο τομέα, με σημαντικά τυπικά προσόντα και δεξιότητες, το οποίο σε αρκετές περιπτώσεις παραμένει ανεκμετάλλευτο. Υπάρχουν δημόσιοι υπάλληλοι με μεταπτυχιακές ή διδακτορικές σπουδές που απομονώνονται, απαξιώνονται, απογοητεύονται ενώ υποσκελίζονται από τα «χρόνια» των παλαιοτέρων (ιεραρχία), οι οποίοι χωρίς τυπικά και ουσιαστικά προσόντα αναλαμβάνουν θέσεις ευθύνης από «μιλημένα» υπηρεσιακά συμβούλια και «πολιτικές υποσχέσεις».
β) Στο ίδιο πλαίσιο της θέσπισης αντικειμενικών κριτηρίων αξιολόγησης και επιλογής, θα πρέπει να τεθεί και το καθεστώς της «εφεδρείας», το οποίο προωθεί η κυβέρνηση, με την αναγκαστική τοποθέτηση σε αυτό μέρους των δημοσίων υπαλλήλων των υπό κατάργηση οργανισμών. Θα πρέπει να θεσπιστούν αντικειμενικά κριτήρια επιλογής, οριοθετημένα με αυστηρότητα, ώστε να αποφευχθούν παρατυπίες και «έξωθεν παρεμβάσεις» (π.χ. μέσω ΑΣΕΠ). Επιπλέον, θα πρέπει να καταστεί απολύτως σαφής η αναγκαιότητα προώθησης των νέων ανθρώπων, οι οποίοι σε συνεργασία με τους παλαιότερους έμπειρους συναδέλφους τους θα δώσουν νέα προοπτική στις εργασιακές σχέσεις και θα διαμορφώσουν τις προϋποθέσεις για ένα νέο δημόσιο τομέα.
γ) Αξίζει όμως να προχωρήσουμε περαιτέρω. Στοχεύοντας πάντα στην εξοικονόμηση και ορθολογική διαχείριση του δημοσίου χρήματος, δεν θα πρέπει να εξαιρέσουμε από το πλαίσιο αντικειμενικών κριτηρίων αξιολόγησης τους αιρετούς λειτουργούς της χώρας, σε τοπικό, περιφερειακό ακόμη και εθνικό επίπεδο. Παρότι στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία η αξιολόγηση των αιρετών πραγματοποιείται μέσω της ψήφου του πολίτη, και επομένως αποκτά την τυπική νομιμοποίηση, θα πρέπει συμπληρωματικά να θεσπιστούν και άλλοι νέοι ενδιάμεσοι θεσμοί και διαδικασίες, σύμφωνα με τις οποίες ο κάθε αιρετός να δίνει λόγο για τις πράξεις και τις αποφάσεις του, διευρύνοντας έτσι το σύστημα διακυβέρνησης. Με λίγα λόγια, οφείλουν να λειτουργήσουν αφενός μεν οι υπάρχοντες θεσμοί οι οποίοι έχουν την ευθύνη της αξιολόγησης αφετέρου δε, να δημιουργηθούν νέοι που θα επιτρέπουν την αντικειμενική ενδιάμεση αξιολόγηση ανά τακτά χρονικά διαστήματα που θα αφορούν τα μέτρα και τις προτάσεις των αιρετών, τη δράση τους σε σχέση με το πρόγραμμα και τις δεσμεύσεις τους, με στόχο οι πολίτες να γνωρίζουν και κατά τη διάρκεια της θητείας τους το έργο του καθενός και να το λαμβάνουν υπόψη τους στις επόμενες εκλογές.
Κατά συνέπεια, καθίσταται σαφές πως ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αναβάθμισης και αναδιάρθρωσης του δημοσίου τομέα μπορεί να είναι αποτελεσματικό όχι βάσει υιοθέτησης τυπικών μέτρων, όπως για παράδειγμα με την αύξηση του ωραρίου, αλλά με μία εκ των βάθρων ανατροπή του υπάρχοντος καθεστώτος διοίκησης και λειτουργίας του δημοσίου τομέα, στο πλαίσιο των αρχών της διοίκησης με στόχους και στη μη απαξίωση συλλήβδην των δημόσιων υπαλλήλων. Η ισοπεδωτική προσέγγιση των εργαζομένων μόνο προβλήματα μπορεί να προκαλέσει.
Αναδημοσίευση από το nafpaktia.com