Σελίδες

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Διάλογοι με ένα Ποιητή (2) - Τρία χρόνια από το θάνατο του Νίκου Μπλάγκα


Γράφει ο Σπύρος Μαργέτης
Καθηγητής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Κεντ του Οχάιο 


Θα προσπαθήσω να τιμήσω το Νίκο με τρία πράγματα. Το πρώτο θα είναι μια προσπάθεια για απάντηση στο ερώτημα «ποιος ήταν ο Νίκος σαν άτομο, πώς θα τον χαρακτηρίζαμε», σε μια προσπάθεια μορφοποίησης της αίσθησης της παρουσίας του. Το δεύτερο είναι δύο διάλογοί μας στους οποίους παραθέτει την ποιητική άποψή του για το θέμα του Ήθους καθώς και την άποψή του για τον αγαπημένο του φίλο και ζωγράφο Ηλία Πασσίση. Το τρίτο είναι η δική του φωνή μέσα από ένα ποίημά του [μελοποιημένο] για ένα αγαπημένο στέκι με πολλές μνήμες για πολλούς από εμάς. 
Σε ό,τι αφορά το πρώτο είναι δύσκολο κανείς να χαρακτηρίσει το Νίκο, την αίσθηση που δημιουργούσε, την παρουσία του. Έχω σκεφτεί αρκετά πάνω σ΄ αυτό το ερώτημα και αυτά που μου έρχονται σαν αισθήσεις και ‘γεύσεις’ είναι ότι ο Νίκος είχε ζωτικό χώρο γύρω του, ένα χώρο που σαν ένας κήπος καλωσόριζε αυτούς που ήταν δίπλα του, χωρίς όμως ο ίδιος να έχει έντονη παρουσία σαν προσωπικότητα μέσα του, όπως συμβαίνει συνήθως. Κάτι σαν μια ισχυρή, θετική αύρα αλλά με απουσία έντονου ‘εγώ’.





Σε δεχόταν χωρίς κριτική διάθεση, με απλότητα και στα ίσια, σαν μια ήρεμη λίμνη που δέχεται όλα τα ποτάμια. Βέβαια όταν κανείς είναι έτσι ‘ανοιχτός’ τότε στέκει ευάλωτος μέσα στην ευαισθησία του. Αυτά σε συνδυασμό με την απουσία του έντονου εγώ και την ανάγκη για προστασία από ‘άσχετους εισβολείς’ τον έκαναν να φαίνεται, αναπόφευκτα, σαν μη-εκδηλωτικό, μετρημένο, ίσως ακόμη και λίγο απόμακρο. Πίσω όμως από όλα αυτά υπήρχε ο Νίκος που αγαπούσε βαθιά, πολύ βαθιά, τον άνθρωπο, όπως καθαρά δείχνεται και στο ποίημα του πιο κάτω.
Ένας χαρακτηριστικός διάλογός μας αφορούσε την διαφορά του Ήθους από την Ηθική. Η αλήθεια είναι ότι πάντοτε αντιλαμβανόμουν την έννοια της ηθικής, έτσι όπως την εννοούμε συνήθως σαν κάτι στατικό, σαν κάτι που έχει να κάνει με κανόνες, που έχουν μπει είτε από την οικογένεια ή την κοινωνία, με έναν τρόπο μάλλον αυθαίρετο. Απ’ την άλλη πλευρά το Ήθος ακούγεται σαν κάτι πιο προσωπικό, κάτι που σχετίζεται περισσότερο με την προσωπικότητα, την ακεραιότητα, την ποιότητα του ατόμου. 
Τον ρώτησα λοιπόν: «Ποια είναι η γνώμη σου; Πώς αντιλαμβάνεσαι την έννοια του Ήθους;» Θα προσπαθήσω να το προσδιορίσω με μία ποιητική εικόνα: Αντιλαμβάνομαι το Ήθος σαν ένα παιδί που κάνει ακροβατικά πάνω σε ένα δέντρο» μου λέει. «Θέλω με αυτή την εικόνα να πω ότι το Ήθος έχει Τόπο και Τρόπο.» «Τόπο και Τρόπο. Δένδρο και ακροβατικές κινήσεις. Είναι πράγματι όμορφο σαν εικόνα. Πώς όμως εννοείς τον Τόπο και τον Τρόπο», ρώτησα. «Ο Τόπος έχει να κάνει με το μέρος που έχει μεγαλώσει το άτομο αλλά και το μέρος που δραστηριοποιείται. Τις καταβολές του και γενικά το περιβάλλον που κινείται κάποιος και τους κανόνες που το διέπουν. Ο Τρόπος είναι η δραστηριότητα και η συμπεριφορά του ατόμου. Ο τρόπος πρέπει να είναι αρμονικός με τον τόπο, συγχρονισμένος όπως οι ακροβατικές κινήσεις του παιδιού πάνω στο δέντρο.
«
Η ίδια συμπεριφορά θα έχει άλλο νόημα στο Μεσολόγγι απ’ ό,τι σε κάποια πόλη της Αφρικής και αντίστροφα». Ο καρπός αυτής της συζήτησης ήταν ότι ταυτίσαμε, σε τελική ανάλυση, το ήθος  με το «ίσταμαι» του ατόμου, την πεμπτουσία της παρουσίας του, ένα είδος «εσωτερικής εντιμότητας» όπως θα έλεγε και ο φίλος χαράκτης Α. Κούστας.
Κάποτε ο αγαπητός φίλος Μάκης Πασσίσης μου έδωσε ένα άλμπουμ για τη  δουλειά του αδερφού του και ζωγράφου Ηλία Πασσίση, έναν άνθρωπο που ο Νίκος αγαπούσε βαθιά. Στη αρχή του άλμπουμ υπήρχαν κάποια εισαγωγικά κείμενα φίλων και ιστορικών της τέχνης. Έλειπε όμως ο Νίκος. Όταν τον ρώτησα γιατί, μου είπε ότι δεν πρόλαβε να δώσει το κείμενό του. Τον ρώτησα τί θα έγραφε, ποια ήταν η άποψή του μιας και ήταν από τους ελάχιστους ανθρώπους που είχαν παρακολουθήσει όλη την πορεία και ζωή του Ηλία. «Το έργο του Ηλία διαχέεται από το φως του ντάλα ήλιου τις τρείς η ώρα μεσημέρι καλοκαίρι στο σάλτσινο», μου λέει. Έμεινα κόκκαλο. Όλα τα άλλα κείμενα και αναλύσεις χλόμιασαν, έχασαν τη σημασία τους μιας και η φράση αυτή έκλεινε το θέμα με ένα τρόπο ποιητικό και ρηξικέλευθο.
Το ποίημα που ακολουθεί είναι μελοποιημένο από το Δημήτρη Σαρρή [πρωτοβουλία φαντάζομαι του φίλου του Θωμά Θεοφιλάτου] και μπορείτε να το ακούσετε εδώ:




 OYZEPI
Σταθμός πρώτων βοηθειών
Ο ΛΑΜΠΡΟΣ
Μετάγγιση αίματος απ’ ένα ρεμπέτη

 Ρίχνεις το δίφραγκο γυρίζει το δισκάκι 
απάνω σ' ένα ντρίγκι-ντραγκ ισορροπείς
της Κυριακής εξόριστο αλητάκι
ένα ζεϊμπέκικο μαζί μου τραγουδείς.

Η αγάπη σου είναι στ' όνειρο δεμένη 
μ' απόψε στο ποτήρι την κρατείς
Ο μπάτσος στη γωνιά σε περιμένει
με χειροπέδες τα στεφάνια της γιορτής.

Πίνεις, χορεύεις, τραγουδάς
και πάμε σε πολιτείες του αύριο μακρινές
που σ' ένα ανθό μ' ελευθερία
θα μεθάμε με άνοιξη όλες τις εποχές ...

 Ο δίσκος τέλειωσε πίσω απ' το τζάμι
φέγγει έχουμε μείνει μοναχοί ε,
για να σκάσουν οι θεοί στον όρθρο 
τούτο το βίβα σ’ έναν άνθρωπο σπονδή.