Γράφει ο Παυσανίας Παπαγεωργίου
Δικηγόρος, πολιτευτής ΣΥΡΙΖΑ Αιτωλοακαρνανίας
Την Κυριακή, 5 του Ιούλη, βρισκόμαστε μπροστά από τις κάλπες. Καλούμαστε να δηλώσουμε τη θέση μας σε ένα ερώτημα που επηρεάζει με κάθε τρόπο τη ζωή μας.
Πώς φτάσαμε, όμως, να είναι απαραίτητη η έκφραση της λαϊκής ετυμηγορίας σχετικά με τη στάση των πολιτών απέναντι σε μια πολιτική που επίμονα απέρριπταν επί 6 συναπτά έτη και καταδίκασαν σε 3 εκλογικές διαδικασίες; Τι μπορεί να έχει αλλάξει στον συλλογισμό των πολιτών ώστε να θέλουν να εγκρίνουν την μνημονιακή πολιτική που, ορθώς πάντα, απέρριπταν;
Είναι αυταπόδεικτη πραγματικότητα ότι οι κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν την πορεία της χώρας μέσα στη νομισματική ένωση του Ευρώ οδήγησαν τη χώρα στο αδιέξοδο που βρίσκεται σήμερα. Άλλες με μεγαλύτερο και άλλες με μικρότερο μερίδιο στην ευθύνη. Από το 2002 μέχρι το 2015 συνέβαλλαν στην υπερχρέωση του δημοσίου, στη διάλυση των ασφαλιστικών ταμείων, στην υποθήκευση του φαλιρισμένου τραπεζικού συστήματος.
Όλη αυτή η ξέφρενη πορεία οικονομικής καταστροφής γιγάντωσε στον δρόμο της τη διαπλοκή και τα συμφέροντα, ενώ ταυτόχρονα οδήγησε στην ανέχεια τα μεσαία και λαϊκά στρώματα των ελεύθερων επαγγελματιών, των αγροτών, των εργαζομένων ακόμα και της υγιούς επιχειρηματικότητας.
Για να μπορέσει να ελεγχθεί αυτή η ιλιγγιώδης πορεία προς το χάος, τη συνολική οφειλή που ξεπερνά κατά πολύ τα 300δις € -το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος δηλαδή- μετακυλύεται συνεχώς προς τα χαμηλότερα εισοδήματα μέσω της μνημονιακής δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτή η πολιτική οδήγησε στην ανεργία που πλήττει κάθε σπίτι και στη περιθωριοποίηση του πολίτη, ο οποίος κατά πολλούς είναι αναλώσιμος και ανανεώσιμος, προκειμένου να διασωθεί το σύστημα.
Στις 25 του Γενάρη οι πολίτες για μία ακόμη φορά εναντιώθηκαν σε αυτή την πολιτική της «καμένης γης». Επέλεξαν τον δρόμο της αξιοπρέπειας γνωρίζοντας ότι ακόμα και αυτός είναι σπαρμένος με δυσκολίες και θυσίες. Δυσκολίες και θυσίες που θα μοιράζονταν δίκαια στα στρώματα του κοινωνικού οικοδομήματος ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Και πράγματι, η κυβέρνηση Κοινωνικής Σωτηρίας που προέκυψε από εκείνη την εκλογική διαδικασία του Γενάρη πορεύτηκε σε αυτόν ακριβώς τον δρόμο της λαϊκής εντολής. Με όποια λάθη και με όποιες παραλήψεις. Ψήφισε νόμους για την αντιμετώπιση της κρίσης. Κυνήγησε τη φοροδιαφυγή και τα συμφέροντα. Πολέμησε το λαθρεμπόριο. Κράτησε ζωντανά τα μεγάλα δημόσια έργα. Ετοίμασε νόμους για τα εργασιακά δικαιώματα. Απαίτησε τα χρωστούμενα από τους καναλάρχες. Όρισε στο μεγάλο εισόδημα το μερίδιο που του αναλογεί στην οικονομική διάσωση. Σε κάθε περίπτωση δημιούργησε εχθρούς μέσα στο σύστημα εκμετάλλευσης και διαπλοκής. Και όλοι αυτοί βρίσκονται τώρα απέναντι στην προσπάθειά της. Απέναντι σε κάθε τίμιο πολίτη που επιθυμεί την κάθαρση.
Τι πρέπει, όμως, αλήθεια να στηρίξουμε στο Δημοψήφισμα της Κυριακής; Ποια στάση οφείλει να κρατήσει ο άνθρωπος της εργασίας, ο ελεύθερος επαγγελματίας, ο αγρότης, τα μεσαία στρώματα που συνθλίβονται στις δαγκάνες των συμφερόντων;
Φυσικά αυτό το οποίο πιστέψαμε στις εκλογές του Ιανουαρίου. Αυτό το οποίο ξεκίνησε και γίνεται πραγματικότητα. Αυτό το οποίο βρίσκει απέναντί του την εγχώρια και ξένη διαπλοκή. Αυτό που χρειάζεται λίγο ακόμα για να φτάσει στην απονομή της κοινωνικής δικαιοσύνης. Το ΟΧΙ στην οικονομική πολιτική εξάντλησης και εκμετάλλευσης των πολιτών. Το ΟΧΙ στην υφεσιακή πρόταση των θεσμών.
Τι θα γίνει, όμως, επιλέγοντας αυτό το ΟΧΙ; Δύο πράγματα είναι σίγουρα:
Αφενός, ο ελληνικός λαός θα παραμείνει πιστός στη δική του εντολή του Ιανουαρίου, για παύση της ανέχειας και κατάργηση των μνημονίων. Θα επιβεβαιώσει με την επιλογή του ότι δεν υποκύπτει σε εκβιασμούς και σε συνθήκες τρομοκρατίας. Συνθήκες που όλοι γνωρίζουμε ότι θα μπορούσαν εύκολα να αποφευχθούν αλλά γίνονται πιόνια στη στρατηγική του φόβου.
Αφετέρου, θα σπάσει με τη φωνή του το κυλιόμενο τείχος της εξαπάτησης το οποίο έχει μπροστά της η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα από το Φεβρουάριο μέχρι τον Ιούνιο. Ένα τείχος που επιδιώκει να μας εγκλωβίσει σε τεχνητά αδιέξοδα. Θα επιτευχθεί μια δίκαιη συμφωνία. Θα σταματήσουν οι συνθήκες τεχνητής κρίσης που πληρώνει καθημερινά ο πολίτης και η οικονομία.
Ποιος, όμως, θα εγγυηθεί για αυτή την εξέλιξη;
Δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι η ειλικρίνεια, η τιμιότητα και η ηθική της ελληνικής κυβέρνησης, και ιδιαίτερα του πρωθυπουργού, αποδεικνύεται από τη στάση της και την πολιτική της. Δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι, σε αντίθεση με όλους όσοι προηγήθηκαν, ο Πρωθυπουργός έμεινε πιστός στη λαϊκή εντολή του Γενάρη. Δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι θα σεβαστεί και θα αγωνιστεί για την εκτέλεση της λαϊκής εντολής που θα προκύψει από το δημοψήφισμα του Ιούλη. Όποια κι αν είναι αυτή, και πάντα μέσα στην Ευρωπαϊκή οικογένεια, με την οποία μοιραζόμαστε κοινό παρελθόν, παρόν και μέλλον. Αυτή, ακριβώς, η αναμφισβήτητη τιμιότητα και η ειλικρίνεια μπορεί να είναι η μοναδική εγγύηση για την αυριανή μέρα. Η μοναδική εγγύηση για το μέλλον μας.
Εύχομαι, λοιπόν, ο λαός να αποφασίσει με κριτήριο το δίκαιο συμφέρον του, χωρίς πρόσκαιρους φόβους, αλλά με υπερηφάνεια και εμπιστοσύνη στη δύναμή του. Αυτή ήταν άλλωστε η μόνη που πιστά τον συντρόφευε σε όλες τις ιστορικές στιγμές εθνικής ανάτασης.
O«Λίγο ακόμα, να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα!»