Τα τέσσερα γράμματα που
αλλάζουν την καθημερινότητά μας
Ο όρος “WLTP” ίσως είναι άγνωστος στους
περισσότερους, όμως συνοδεύει πλέον όλα τα καινούργια αυτοκίνητα που πωλούνται από τον
Σεπτέμβριο του 2019. Το πρωτόκολλο Worldwide Harmonized Light Duty Vehicles Test Procedure (Διεθνώς
Εναρμονισμένη Διαδικασία Δοκιμών για Ελαφρά Οχήματα) αφορά τον νέο κύκλο
μέτρησης κατανάλωσης και εκπομπής ρύπων για τα επιβατικά οχήματα και εφαρμόζεται
σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε αντίθεση με τον κύκλο NEDC (τον οποίο
αντικατέστησε), αποτυπώνει πιο πιστά τόσο το περιβαλλοντικό αποτύπωμα
κινητήρα-κιβωτίου όσο και την συμπεριφορά των οδηγών. Οι αλλαγές εντοπίζονται
στη συνολική χρονική διάρκεια του τεστ, στο χρόνο κατά τον οποίο το όχημα
παραμένει ακινητοποιημένο, στη μέση και ανώτατη ταχύτητα, καθώς και στη
συνολική απόσταση που έχει διανυθεί.
Ενώ στον κύκλο δοκιμών NEDC το μήκος διαδρομής ήταν
περίπου 11 χλμ, στο WLTP
υπερδιπλασιάστηκε (23 χλμ). Ο κύκλος διαρκούσε περίπου 20 λεπτά (13 λεπτά
προσομοίωσης οδήγησης στην πόλη και 7 λεπτά εκτός πόλης). Τώρα φθάνει τη μισή
ώρα με τέσσερις φάσεις: low,
medium, high, extra-high. Το ποσοστό ακινησίας μειώθηκε από 25% σε 13% και η μέγιστη
ταχύτητα αυξήθηκε από 120 χλμ/ώρα σε 130 χλμ/ώρα.
Επιπλέον, ο κύκλος WLTP λαμβάνει υπόψιν τον
εξοπλισμό που επηρεάζει το βάρος, την αντίσταση κύλισης και την αεροδυναμική
απόδοση του αυτοκινήτου. Στο προηγούμενο καθεστώς οι δοκιμές μέτρησης
κατανάλωσης και ρύπων γίνονταν με κλειστό τον κλιματισμό, με απενεργοποιημένα
τα θερμαινόμενα καθίσματα, χωρίς τον έξτρα εξοπλισμό (π.χ. φαρδύτερα ελαστικά ή
ηλιοροφή).
Είναι φυσιολογικό λοιπόν ότι η
μέση κατανάλωση που δηλώνουν οι κατασκευαστές είναι πλέον πιο κοντά στην
πραγματική, αυτή δηλαδή που διαπιστώνουμε κατά τη χρήση του αυτοκινήτου.
Παράλληλα όμως αυξάνονται και οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2), οι οποίες συνοδεύουν
κάθε μοντέλο. Από 1ης Σεπτεμβρίου 2019 ο κύκλος δοκιμών WLTP περνά στη δεύτερη φάση του, με τις
διαδικασίες μέτρησης κατανάλωσης-ρύπων να αυστηροποιούνται περαιτέρω. Νέοι
κανονισμοί θα καταστήσουν πιο πλήρες το υπάρχον πρωτόκολλο και θα εξασφαλίσουν
μεγαλύτερη νομική βεβαιότητα. Παράλληλα θα αυξηθούν κι άλλο οι τιμές CO2 που εκπέμπονται από το
ίδιο powertrain
(κινητήρας-κιβώτιο).
Υψηλότερα τέλη κυκλοφορίας στα
καινούρια αυτοκίνητα
Οι εκπομπές CO2 χρησιμοποιούνται στην Ελλάδα και
αρκετές ακόμη ευρωπαϊκές χώρες για τον καθορισμό των τελών κυκλοφορίας, ενός
ετήσιου φόρου που όλοι οι κάτοχοι οχημάτων καλούμαστε να πληρώσουμε. Υψηλότερα
γραμμάρια CO2 (λόγω του
νέου προτύπου μέτρησης WLTP)
συνεπάγονται υψηλότερα τέλη κυκλοφορίας. Αυτό σημαίνει πως, το ίδιο μοντέλο
αυτοκινήτου που θα πωληθεί τον Σεπτέμβριο του 2019 θα πληρώσει υψηλότερα τέλη
κυκλοφορίας από ένα ολόιδιο που πουλήθηκε τον Αύγουστο του ίδιου έτους.
Ας δούμε δύο χαρακτηριστικά
παραδείγματα, δηλαδή πώς θα επηρεαστούν τα τέλη κυκλοφορίας δύο δημοφιλών
αυτοκινήτων της ελληνικής αγοράς. Σουπερμίνι με ατμοσφαιρικό 1.2 βενζίνης
εκπέμπει – σύμφωνα με τον κύκλο NEDC
– 131 γρ. CO2 ανά χλμ.
και ο ιδιοκτήτης του πληρώνει ετήσια τέλη κυκλοφορίας 157 ευρώ. Με βάση τον
κύκλο WLTP, οι εκπομπές
διοξειδίου του άνθρακα πλησιάζουν τα 160 γραμμάρια και τα τέλη κυκλοφορίας
εκτοξεύονται στα 296 ευρώ! Αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι σύμφωνα με τους
ισχύοντες πίνακες στα 141 γρ. CO2
αλλάζει η κλίμακα.
Δεύτερο παράδειγμα: οικογενειακό
της μικρομεσαίας κατηγορίας με κινητήρα 1.4 τούρμπο βενζίνης εκπέμπει στον
κύκλο NEDC 125 γρ. CO2, τιμή που αντιστοιχεί σε
τέλη κυκλοφορίας 150 ευρώ. Τώρα με το WLTP, οι εκπομπές ανεβαίνουν στα 153 γραμμάρια CO2 και τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας στα
283 ευρώ! Και εδώ αλλάζει η κλίμακα.
Προκειμένου πάντως να μην
επιβαρυνθούν οι αγοραστές νέων αυτοκινήτων, όσων δηλαδή ταξινομηθούν από την 1η
Σεπτεμβρίου 2019 και μετά, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εξετάζει το
ενδεχόμενο να υποχωρήσουν οι συντελεστές υπολογισμού των τελών κυκλοφορίας.
Δηλαδή ένα αυτοκίνητο με περισσότερες εκπομπές CO2 να πληρώνει τα ίδια (ή περίπου τα
ίδια) τέλη κυκλοφορίας με το αντίστοιχο μοντέλο που είχε ταξινομηθεί
παλαιότερα. Αν ισχύσει αυτό, θα βοηθήσει στο να μην επηρεαστούν αρνητικά οι
πωλήσεις νέων αυτοκινήτων και αντίστοιχα τα κρατικά έσοδα από ΦΠΑ, τέλος
ταξινόμησης κ.α.