Γράφει ο Βασίλης Πάικος
Ακακία μου. Αδελφή μου.
Ξεκουράσου τώρα. Το δικαιούσαι…
Σ’ αυτή την τελευταία πράξη, τη λυτρωτική, δεν είσαι μόνη. Έχεις αγάπη, πολλή αγάπη, έχεις αναγνώριση, θαυμασμό, σεβασμό, ευγνωμοσύνη. Όλ’ αυτά που κατέκτησες με τη ζωή σου την μοναδική. Με τον αγώνα σου τον διαρκή, τον σκληρό. Με την προσφορά σου την πολύτιμη, την μη συγκρίσιμη, την αναντικατάστατη.
Βρίσκεσαι ήδη με καλή συντροφιά, σε ζεστές αγκαλιές. Με τον Σπύρο, με τη μάνα, τον πατέρα, τη Ρήνη, τη Σταυρούλα. Τη συντροφιά των καλών χρόνων, των φωτεινών.
-Ακακία μου. Αδερφή μου.
Μαζί σου τελειώνει μια ολόκληρη εποχή. Η εποχή που ξέρουν καλά οι μύστες της κατά ποιότητα διαχείρισης του βίου. Οι μύστες του Μεσολογγίου και της ιερότητάς του. Οι μύστες του μεσολογγιτισμού. Σ’ ένα τόπο, στην Αβρούπολή σου, που τον αγάπησες όσο λίγοι, ελάχιστοι. Που τον τίμησες όσο λίγοι, ελάχιστοι. Που του αφιερώθηκες όσο λίγοι, ελάχιστοι. Που τον τραγούδησες. Τον ανύψωσες.
Μια ολόκληρη εποχή τελειώνει μαζί σου, αλλά δεν χάνεται. Υπάρχει, ζει στη μνήμη, στις καρδιές. Και φρόντισες εσύ γι αυτό, όσο λίγοι, ελάχιστοι.
-Ακακία μου. Αδερφή μου.
Σύμβολο εσύ αγώνα, σύμβολο προσφοράς, σύμβολο πνεύματος και πνευματικότητας. Και γι αυτό, γι αυτό που είσαι, γι αυτό που συμβολίζεις, κομπάζουμε όλοι εμείς οι άλλοι, οι δικοί σου, οι όλοι δικοί σου.
Ο Πάνος, ο Νίκος, η Δέσποινα πρώτα-πρώτα, οι φίλοι σου, αλλά το ίδιο και οι γενεές οι πάσες των μεσολογγιτών. Των πριν, των τώρα, των επερχομένων.
-Ακακία μου. Αδερφή μου.
Λίγοι, πολύ λίγοι μπορούν όπως εσύ, όσο εσύ, να καμαρώνουν για το αποτύπωμα που αφήνουν στη ζωή. Το αποτύπωμα το λαμπερό, το βαθύ, το ανεξίτηλο.
Το στίγμα ζωής με το μοναδικά, το επιθετικά θετικό πρόσημο. Δέκα με τόνο Ακακία μου. Και διαγωγή κοσμιοτάτη.
-Ακακία μου. Αδερφή μου.
Ξεκουράσου τώρα. Το δικαιούσαι.
Στο καλό να πάς…